προδίνομαι

προδίνομαι
προδίνομαι, προδόθηκα, προδομένος βλ. πίν. 132 και πρβλ. προδίδομαι

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αλληλοπροδίδομαι — ή δίνομαι προδίνομαι από κάποιον και ταυτόχρονα τόν προδίνω. [ΕΤΥΜΟΛ. < αλληλο * + προδίδω ή προδίνω ( ομαι)] …   Dictionary of Greek

  • εκφορτίζομαι — (Α ἐκφορτίζομαι) απαλλάσσομαι από τη φόρτιση, από το φορτίο αρχ. 1. πουλιέμαι για εξαγωγή 2. μτφ. προδίνομαι, απάγομαι 3. ενεργ. εκφορτίζω ξεφορτώνω από το πλοίο …   Dictionary of Greek

  • προδίδομαι — προδίδομαι, προδόθηκα, προδομένος βλ. πίν. 187 και πρβλ. προδίνομαι …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”